O ποιητής Χιωτόπουλος δεν είναι λεξιθήρας· είναι εραστής των λέξεων· χτίζει μ’ αυτές τ’ ανάκτορα των ονείρων του που δεν είναι φευγαλέες ονειροπολήσεις, αλλ’ απτές δομήσεις ενός ποιητικού λόγου που δονείται από την προσπέλαση της κοσμικής πραγματικότητας.
Η δυναμική της στιχουργίας του εκφράζεται δια της ελλείψεως των συνδετικών στοιχείων, ως υποδήλωση της ελλείψεως των αναμενομένων του περιττού, που εντείνει την σχέση μεταξύ σημαινόντων και σημαινομένων και τα οποία ταυτοχρόνως αναδεικνύονται αυτοτελώς κι αυτουσίως.
Ο διαλεκτικός δεσμός μιας συνειδήσεως προς το Σύμπαν ολοκληρώνεται μεσ’ από την περιεκτικότητα ενός ηθελημένα ασαφούς προσδιορισμού που αποδίδει την αυτάρκειαν συναισθημάτων και νοημάτων. Η ενιαία έμπνευση διατρέχει καθέν’ από τα επί μέρους άσματα που συνιστούν ορόσημα μιας συνεχούς κ’ ελεγχόμενης πορείας προς την αναζήτηση μιας υπαρξιακής λυτρώσεως. Ο ποιητής χειρίζεται με πλήρη άνεσιν μιαν τεχνική του στίχου, δοκιμήν από την εποχή του Eluard, στην οποίαν ωστόσο προσδίδει περιεχόμενον ιδιαίτερο και την οποίαν επισφραγίζει με την προσωπική του χαρακτηριστικήν ιδιοτυπία. Το χωροχρονικό συνεχές με τις καιρικές του διακοπές, τα ίχνη του παρελθόντος και προπάντων η πρώιμη βίωση του επερχομένου σηματοδοτούν, με τρόπο καταλυτικόν, μιαν αίρεσιν βίου που επικαλείται “παύλαν λυπών” κ’ έλευσιν μιας ποθητής ευδαιμονίας προσιτής εις όποιον γνωρίζει να την προσεγγίσει. Σ’ εποχήν ποιητικής ανομβρίας η ποίηση του Χιωτόπουλου μας προσφέρει “άριστον ύδωρ”.
Ευάγγελος Μουτσόπουλος
Ακαδημαϊκός - Καθηγητής Φιλοσοφίας
Ιανουάριος 2008